Μορτάκια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μορτάκια < μορτάκια
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μορτάκια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- παλαιά συνοικία της Σμύρνης
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μορτάκια
|
Μορτάκια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
|