Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μέξης οι Μέξηδες
      γενική του Μέξη των Μέξηδων
    αιτιατική τον Μέξη τους Μέξηδες
     κλητική Μέξη Μέξηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μέξης < ενδεχομένως από αλβανική meksh (μοσχάρι, ταύρος) + -ης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  
Συγγενή επώνυμα: αλβανικά Meksi

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈme.ksis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μέ‐ξης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μέξης αρσενικό (θηλυκό Μέξη)

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία