Δείτε επίσης: ΜμΕ

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΜΜΕ < Μέσο Μαζικής Ενημέρωσης

  Συντομομορφή επεξεργασία

Μ.Μ.Ε. ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό άκλιτο αρκτικόλεξο

Μ.μ.Ε. ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό άκλιτο αρκτικόλεξο

  • συντομογραφία του Μικρομεσαία Επιχείρηση

  Μεταφράσεις επεξεργασία