Κουρίτας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κουρίτας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kuˈɾi.tas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐ρί‐τας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κουρίτας αρσενικό (θηλυκό Κουρίτα)
Κουρίτας αρσενικό (θηλυκό Κουρίτα)