Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ce.ɾa.soˈvi.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κε‐ρα‐σο‐βί‐της

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κερασοβίτης οι Κερασοβίτες
      γενική του Κερασοβίτη των Κερασοβιτών
    αιτιατική τον Κερασοβίτη τους Κερασοβίτες
     κλητική Κερασοβίτη Κερασοβίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Κερασοβίτης < Κεράσοβ(ο) + -ίτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κερασοβίτης αρσενικό (θηλυκό Κερασοβίτισσα)

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κερασοβίτης οι Κερασοβίτηδες
      γενική του Κερασοβίτη* των Κερασοβίτηδων
    αιτιατική τον Κερασοβίτη τους Κερασοβίτηδες
     κλητική Κερασοβίτη Κερασοβίτηδες
 * Και λόγια γενική ενικού Κερασοβίτου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Κερασοβίτης < πατριδωνυμικό Κερασοβίτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κερασοβίτης αρσενικό (θηλυκό Κερασοβίτη ή Κερασοβίτου)

Μεταγραφές επεξεργασία