Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Ιχθύες
Ιχθείς
      γενική των Ιχθύων
    αιτιατική τους Ιχθύς
Ιχθείς
     κλητική Ιχθύες
Ιχθείς
Ο πληθυντικός ἰχθύες στην αρχαία κλίστη του ἰχθύς.
όπως «ιδιόκλιτα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ιχθείς < άλλη μορφή του πληθυντικού του ιχθύς[1] κατά τους πληθυντικούς σε -είς → δείτε την κλίση του αρχαίου ἰχθύς με πληθυντικό ἰχθύες

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ιχθείς αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό

  1. άλλη μορφή του Ιχθύες: το δωδέκατο ζώδιο του ζωδιακού κύκλου
  2. (αστερισμός) → δείτε τη λέξη Ιχθύες

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία