Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΔΚΔ <  : ΔιαΚυβερνητική Διάσκεψη

  Συντομομορφή επεξεργασία

ΔΚ.Δ. ή Δ.Δ.θηλυκό άκλιτο αρκτικόλεξο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία