Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γερόλακκος < Ιερός Λάκκος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Γερόλακκος αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία