Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βακίνα οι Βακίνες
      γενική της Βακίνας
    αιτιατική τη Βακίνα τις Βακίνες
     κλητική Βακίνα Βακίνες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βακίνα < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βακίνα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία