Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βαβατζάνος < (άμεσο δάνειο) τουρκική Babacan < τουρκική baba (μπαμπάς) + τουρκική can (ζωή καρδιά) + -ος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βαβατζάνος αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Βαβατζάνος σελ.115 -  Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.