Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Αἰξωνή
      γενική τῆς Αἰξωνῆς
      δοτική τῇ Αἰξων
    αιτιατική τὴν Αἰξωνήν
     κλητική ! Αἰξωνή
1η κλίση, Κατηγορία 'ψυχή' όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αἰξωνή < αἴξ + ὠνή[1]

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αἰξωνή θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία