Αχβερντιάν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αχβερντιάν < αρμενο-περσικό επώνυμο, αρμενική Հախվերդյան (Haxverdyan, Χαχβερντιάν). Μορφολογικά αναλύεται σε (Χ)αχβερτν(ί) + -ιάν
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αχβερντιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο