Αγιαντρίτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- Αγιαντρίτης < (Άγιος Αντρέας, Αγιαντρέας) Άγι(ος) + Αντρ(έας) + -ίτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αγιαντρίτης αρσενικό (θηλυκό Αγιαντρίτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από τον Άγιο Αντρέα ή κατοικεί εκεί
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αγιαντρίτης
|
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αγιαντρίτης | οι | Αγιαντρίτηδες |
γενική | του | Αγιαντρίτη* | των | Αγιαντρίτηδων |
αιτιατική | τον | Αγιαντρίτη | τους | Αγιαντρίτηδες |
κλητική | Αγιαντρίτη | Αγιαντρίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Αγιαντρίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Αγιαντρίτης < πατριδωνυμικό Αγιαντρίτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αγιαντρίτης αρσενικό (θηλυκό Αγιαντρίτη ή Αγιαντρίτου)