Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αγανιάν < αρμενική Աղանյան (Aġanyan) (πατρωνυμικό)· μορφολογικά αναλύεται σε Αγάν + -ιάν

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αγανιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο

Άλλες μορφές επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία