Άγιο Φως
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
Άγιο Φως ουδέτερο, μόνο στον ενικό
- (θρησκεία) το αναστάσιμο φως που λαμβάνουν οι χριστιανοί πιστοί στις εκκλησίες το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου πριν την ανάγνωση του αναστάσιμου ευαγγελίου.
- το φως που με θαυμαστό τρόπο παρουσιάζεται στον Πανάγιο Τάφο στα Ιεροσόλυμα το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου, όπου ο ορθόδοξος πατριάρχης μοιράζει στη συνέχεια στους πιστούς και στη συνέχεια με ειδικές πτήσεις μεταφέρεται στις έδρες των ορθοδόξων πατριαρχείων και εκκλησιών.
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Άγιο Φως στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Άγιο Φως
|