żelazny
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- żelazny < żelazo
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
żelazny (pl)
- σιδερένιος, σιδηρούς
- κατασκευασμένος από σίδερο
- αναφερόμενος στο σίδηρο
- που έχει χαρακτηριστικά του σιδήρου
żelazny (pl)