Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

écoconception < éco- + conception

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
écoconception écoconceptions

écoconception (fr) θηλυκό

  • η επινόηση (μηχανισμού, οικοδομής, κλπ) που βασίζεται στην επήρεια που θα έχει πάνω στο περιβάλλον