Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ébarboir < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /e.baʁ.bwaʁ/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
ébarboir ébarboirs

ébarboir (fr) αρσενικό