ébarbeuse
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ébarbeuse < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
ébarbeuse | ébarbeuses |
ébarbeuse (fr) θηλυκό
- συσκευή ψαλιδίσματος
ενικός | πληθυντικός |
ébarbeuse | ébarbeuses |
ébarbeuse (fr) θηλυκό